Ανυπομονώ να τους Πω: «Είμαστε Όλοι Εδώ!»
Ανυπομονώ να τους Πω: «Είμαστε Όλοι Εδώ!»
Αφήγηση από την Άμπιγκεϊλ Όστιν
Κάποια όμορφη ημέρα του Απριλίου του 1995, όταν ήμουν εννιά χρονών, μια παρέα από την τοπική εκκλησία των Μαρτύρων του Ιεχωβά αποφασίσαμε να πάμε εκδρομή στην αγγλική ύπαιθρο. Μοιραστήκαμε στα αυτοκίνητα και ξεκινήσαμε. Η μεγαλύτερη αδελφή μου, η Σάρα, η οικογενειακή μας φίλη η Ντέμπορα και εγώ ταξιδεύαμε μαζί με τον πατέρα μου και τη μητέρα μου. Ξαφνικά, ένα αυτοκίνητο από το αντίθετο ρεύμα έπεσε πάνω μας με ιλιγγιώδη ταχύτητα. Επέζησα μόνο εγώ.
ΞΥΠΝΗΣΑ στο νοσοκομείο έπειτα από δύο εβδομάδες. Το κρανίο μου είχε υποστεί πολλαπλά κατάγματα, και οι γιατροί τοποθέτησαν αρκετές πλάκες οστεοσύνθεσης για να το κρατήσουν ενωμένο. Παρ’ όλα αυτά, ανέρρωσα γρήγορα. Τελικά, οι συγγενείς μου μού είπαν τι είχε συμβεί, αλλά εγώ δεν τους πίστεψα. Νόμιζα ότι οι γονείς μου και η αδελφή μου με είχαν επισκεφτεί ενόσω κοιμόμουν και δεν τους είχα δει. Μόνο όταν γύρισα στο σπίτι συνειδητοποίησα την πραγματικότητα. Ένιωθα αβάσταχτο πόνο.
Τι με βοήθησε να αντέξω αυτή την ανείπωτη τραγωδία;
Η Πνευματική μου Κληρονομιά
Ήμουν η μικρότερη από πέντε παιδιά. Όταν έγινε το δυστύχημα, η Σάρα ήταν 22 χρονών, ο Σέιν 20, η Τζέσικα 17 και ο Λουκ 15. Είχαμε υπέροχους, τρυφερούς γονείς. Ο πατέρας μου, ο Στιβ, υπηρετούσε ως πρεσβύτερος στην εκκλησία των Μαρτύρων του Ιεχωβά στο Σίπλι του Δυτικού Γιόρκσερ, και τον αγαπούσαν όλοι επειδή πάντα αφιέρωνε χρόνο για να ακούει και να βοηθάει τους άλλους. Η μητέρα μου, η Κάρολ, ήταν επίσης πολύ αγαπητή και φρόντιζε τους ηλικιωμένους στην εκκλησία σαν να ήταν κόρη τους. Κανόνιζε παρέες για εμάς τα παιδιά και μας βοηθούσε να βρίσκουμε καλούς φίλους. Το σπίτι μας ήταν ανοιχτό για όλους. Οι γονείς μας μάς δίδαξαν να δείχνουμε καλοσύνη και ενδιαφέρον και στους γείτονές μας επίσης.
Κάθε Τετάρτη βράδυ μελετούσαμε την Αγία Γραφή ως οικογένεια. Μερικές φορές παίζαμε Βιβλικά δράματα και ντυνόμασταν ανάλογα για τους ρόλους. Οι γονείς μας μάς μάθαιναν από μικρή ηλικία πώς να προετοιμαζόμαστε για τις συναθροίσεις και πώς να παρουσιάζουμε το άγγελμα της Γραφής στα σπίτια των ανθρώπων. Παρότι ήταν πολυάσχολοι έχοντας να φροντίσουν πέντε παιδιά, μας αφιέρωναν χρόνο και μας βοηθούσαν να γίνουμε πνευματικά ισχυροί.
Όταν η Σάρα, ο Σέιν και η Τζέσικα τελείωσαν το σχολείο, έγιναν σκαπανείς, δηλαδή ολοχρόνιοι Χριστιανοί διάκονοι. Το ίδιο έκανε και η φίλη μας η Ντέμπορα. Με τη Σάρα ήμασταν πολύ δεμένες. Ήταν σαν δεύτερη μητέρα για εμένα, και στη διάρκεια των σχολικών μου διακοπών βοηθούσαμε μαζί άλλους να μάθουν για τη Γραφή. Ήταν τόσο όμορφες εκείνες οι ημέρες! Έβλεπα πόσο χαρούμενοι ήταν όλοι οι σκαπανείς και μου άρεσε να είμαι μαζί τους. Στόχος μου ήταν να κάνω σκαπανικό με τη Σάρα όταν θα τελείωνα το σχολείο.
Στις διακοπές και στις αργίες, η οικογένειά μας έκανε συχνά παρέα με άλλα άτομα από την εκκλησία. Μικροί και μεγάλοι γίνονταν στενοί και αγαπημένοι φίλοι. Ούτε που φανταζόμουν πόσο θα με βοηθούσαν και θα με παρηγορούσαν εκείνοι οι καλοί φίλοι στις ημέρες που θα έρχονταν!
Μετά το Δυστύχημα
Όταν βγήκα από το νοσοκομείο, επέστρεψα στο σπίτι μας. Ο Σέιν και η Τζέσικα έκαναν εργασίες μερικής απασχόλησης και δούλευαν σκληρά για να μας συντηρούν και να μας φροντίζουν ενώ παράλληλα συμμετείχαν στην ολοχρόνια διακονία.
Μας βοήθησαν επίσης πολλοί ομόπιστοι από την τοπική εκκλησία. Έκαναν τόσο πολλά για εμάς! Μας έφερναν φαγητό, καθάριζαν, ψώνιζαν και μας έπλεναν τα ρούχα μέχρι να σταθούμε στα πόδια μας. Τους είμαστε πραγματικά ευγνώμονες. Μάρτυρες από διάφορα μέρη έστελναν αμέτρητα δώρα και κάρτες με λόγια συμπαράστασης, αποδεικνύοντας το βάθος της αγάπης που υπάρχει στην οργάνωση του Ιεχωβά.
Έπειτα από έναν χρόνο περίπου, τα αδέλφια μου αποφάσισαν ότι χρειαζόμουν μια σταθερή οικογενειακή ζωή. Μερικές καλοσυνάτες οικογένειες από την εκκλησία είχαν προσφερθεί να βοηθήσουν, οπότε οι δικοί μου κάθησαν και σκέφτηκαν τι θα θεωρούσαν οι γονείς μας καλύτερο για εμένα και για την πνευματική μου ανάπτυξη. Μια οικογένεια ξεχώριζε. Ένας πρεσβύτερος, ο Μπίλι, και η σύζυγός του, η Ντον, ήταν ιδιαίτερα στενοί φίλοι της οικογένειάς μας και είχαν μια πεντάχρονη κόρη, τη Λόις. Με καλοδέχτηκαν στο σπίτι τους και έκτοτε με φροντίζουν στοργικά σαν να ήμουν κόρη τους. Αν και η Λόις έπρεπε να μοιραστεί τους γονείς της μαζί μου, ποτέ δεν ζήλεψε, και σήμερα είμαστε δεμένες σαν πραγματικές αδελφές.
Πώς Άντεξα Αυτή την Τραγωδία
Στην αρχή, αναρωτιόμουν γιατί είχε πλήξει την οικογένειά μας αυτή η ανείπωτη τραγωδία, παρά το γεγονός ότι οι γονείς μου, όπως επίσης η Σάρα και η Ντέμπορα, έδειχναν τόση αγάπη για τον Ιεχωβά και για τους άλλους. Αλλά μετά θυμόμουν τη Γραφική αφήγηση για τον Ιώβ, ο οποίος έμεινε πιστός στον Θεό παρότι έχασε τα παιδιά του. (Ιώβ 1:19, 22) Σκεφτόμουν: “Ο Σατανάς είναι αυτός που πρωτοέφερε στον κόσμο τον πόνο και το θάνατο, και θα χαιρόταν αν αυτή η συμφορά μάς έκανε να πάψουμε να υπηρετούμε τον Θεό”. (Γένεση 3:1-6· Αποκάλυψη 12:9) Θυμόμουν επίσης ότι ο Ιεχωβά μάς έχει δώσει στοργικά την υπέροχη ελπίδα της ανάστασης. (Ιωάννης 5:28, 29) Θα ξαναδούμε την οικογένειά μας και την Ντέμπορα, αλλά αυτή τη φορά σε μια παραδεισένια γη! Στην πραγματικότητα, η αγάπη μου για τον Ιεχωβά έγινε πιο ισχυρή.
Όταν συναντώ ανθρώπους που έχουν επίσης βιώσει κάποια τραγωδία, λυπάμαι πάρα πολύ αν δεν έχουν ακούσει για την πολύτιμη Γραφική υπόσχεση της ανάστασης. Αυτό με υποκινεί να τους μιλήσω για την ελπίδα μας, επειδή είμαι βέβαιη ότι μόνο χάρη στον Ιεχωβά και στην οργάνωσή του καταφέραμε να αντιμετωπίσουμε τόσο καλά αυτή τη ζοφερή περίοδο, γνωρίζοντας ότι υπάρχει φως στην άκρη του τούνελ.
Η εμπειρία μας ίσως βοήθησε και με έναν άλλον τρόπο, κάνοντας κάποιους γονείς να αναρωτηθούν: “Έχουμε θέσει στα παιδιά μας ένα πνευματικό θεμέλιο τόσο ισχυρό ώστε, αν εμείς πάθουμε κάτι, να συνεχίσουν να υπηρετούν τον Ιεχωβά χωρίς εμάς;”
Έχω προσπαθήσει να ζήσω τη ζωή μου σαν να ήταν ακόμη εδώ η μαμά μου και ο μπαμπάς μου. Ξέρω ότι θα ήθελαν να βοηθώ δραστήρια άλλους, όπως έκαναν και εκείνοι. Κάνω σκαπανικό από τότε που τελείωσα το σχολείο, και τώρα η Λόις υπηρετεί μαζί μου ως σκαπάνισσα. Τα αδέλφια μου έχουν παντρευτεί και υπηρετούν χαρούμενα τον Ιεχωβά στις εκκλησίες τους.
Περιμένω με μεγάλη ανυπομονησία το νέο κόσμο του Θεού και την ανάσταση! Τότε δεν θα υπάρχει πια ούτε πόνος ούτε θάνατος. (Αποκάλυψη 21:3, 4) Το ότι γνωρίζω πως όλοι θα είμαστε ξανά μαζί μού δίνει δύναμη να μην παραιτούμαι. Ανυπομονώ να αγκαλιάσω σφιχτά τη μαμά μου, τον μπαμπά μου, τη Σάρα και την Ντέμπορα και να τους πω: «Είμαστε όλοι εδώ!»
[Εικόνα στη σελίδα 23]
Η Άμπιγκεϊλ (δεύτερη από αριστερά) με τη θετή οικογένειά της σήμερα