Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μετάβαση στον πίνακα περιεχομένων

Η Ζωή στους Βιβλικούς Χρόνους—Ο Ποιμένας

Η Ζωή στους Βιβλικούς Χρόνους—Ο Ποιμένας

«Σαν ποιμένας θα ποιμάνει το κοπάδι του. Με το βραχίονά του θα συγκεντρώσει τα αρνιά· και στην αγκαλιά του θα τα βαστάξει».​—ΗΣΑΪΑΣ 40:11.

ΟΙ ΠΟΙΜΕΝΕΣ αναφέρονται δεκάδες φορές στην Αγία Γραφή, από το πρώτο βιβλίο, τη Γένεση, μέχρι το τελευταίο, την Αποκάλυψη. (Γένεση 4:2· Αποκάλυψη 12:5) Σπουδαίοι άντρες, όπως ο Αβραάμ, ο Μωυσής και ο Βασιλιάς Δαβίδ, ήταν ποιμένες. Ο ψαλμωδός Δαβίδ διατύπωσε με όμορφα λόγια τις ευθύνες και τις ανησυχίες του καλού ποιμένα. Επίσης, ένας ψαλμός που αποδίδεται στον Ασάφ αποκαλεί τον Δαβίδ ποιμένα του λαού του Θεού στους αρχαίους καιρούς.​—Ψαλμός 78:70-72.

Αργότερα, την εποχή του Ιησού, η ποίμανση εξακολουθούσε να αποτελεί σημαντικό επάγγελμα. Ο Ιησούς αποκάλεσε τον εαυτό του “καλό ποιμένα” και πολλές φορές δίδαξε σημαντικά μαθήματα με βάση τις ιδιότητες ενός καλού ποιμένα. (Ιωάννης 10:2-4, 11) Ακόμη και ο Παντοδύναμος, ο Ιεχωβά Θεός, παρομοιάζεται με “ποιμένα”.​—Ψαλμός 23:1-4· Ησαΐας 40:10, 11.

Τι ζώα είχε ο ποιμένας υπό τη φροντίδα του; Τι περιλάμβανε η εργασία του; Και τι μαθαίνουμε από αυτούς τους φιλόπονους εργάτες;

Πρόβατα και Κατσίκια

Οι ποιμένες στον αρχαίο Ισραήλ πιθανότατα είχαν στα κοπάδια τους, μεταξύ άλλων, τη συριακή ποικιλία πλατύουρων προβάτων, τα οποία έχουν μεγάλες παχιές ουρές και χοντρή προβιά. Τα κριάρια αυτής της ράτσας έχουν κέρατα, ενώ οι προβατίνες όχι. Αυτά τα πειθήνια ζώα καθοδηγούνται εύκολα και είναι εντελώς απροστάτευτα σε σχέση με το περιβάλλον τους και τα αρπακτικά ζώα.

Οι ποιμένες φρόντιζαν και κατσίκια. Αυτά είχαν μαύρο ή καφέ τρίχωμα. Τα μακριά, κρεμαστά αυτιά τους γδέρνονταν εύκολα στα αγκάθια και στα βάτα καθώς τα κατσίκια σκαρφάλωναν στις βραχώδεις λοφοπλαγιές και έβοσκαν στους θαμνότοπους.

Μια δυσκολία που αντιμετώπιζε συνεχώς ο ποιμένας ήταν το να μάθει στα πρόβατα και στα κατσίκια να υπακούν στις προσταγές του. Παρ’ όλα αυτά, οι καλοί ποιμένες φρόντιζαν τρυφερά τα ζώα που είχαν υπό την ευθύνη τους, δίνοντάς τους μάλιστα και ονόματα στα οποία εκείνα ανταποκρίνονταν.​—Ιωάννης 10:14, 16.

Οι Εποχές και ο Ποιμένας

Την άνοιξη, ο ποιμένας ίσως οδηγούσε κάθε μέρα το ποίμνιό του από ένα μαντρί κοντά στο σπίτι του στα καταπράσινα, χλοερά βοσκοτόπια κάποιου κοντινού χωριού για να βοσκήσουν. Αυτή την εποχή του χρόνου, το κοπάδι μεγάλωνε επειδή γεννιούνταν αρνάκια και κατσικάκια. Την ίδια περίοδο, εργάτες συμμετείχαν επίσης στην κουρά της χειμωνιάτικης προβιάς, κάτι που αποτελούσε χαρωπή περίσταση!

Ο χωρικός που μπορεί να είχε λίγα πρόβατα μίσθωνε κάποιον ποιμένα ο οποίος ενσωμάτωνε το μικρό κοπάδι σε ένα άλλο. Οι μισθωτοί ποιμένες είχαν τη φήμη πως ενδιαφέρονταν λιγότερο για τα ζώα των άλλων από ό,τι για τα δικά τους.​—Ιωάννης 10:12, 13.

Μετά το θερισμό των αγρών κοντά στο χωριό, οι ποιμένες άφηναν τα πρόβατά τους να βοσκήσουν τα καινούρια βλαστάρια και τα σιτηρά που είχαν απομείνει ανάμεσα στην καλαμιά. Όταν έπιαναν οι ζέστες του καλοκαιριού, μετακινούσαν τα ποίμνιά τους κάπου ψηλότερα, σε πιο δροσερά βοσκοτόπια. Μέρες ολόκληρες, εργάζονταν και κοιμούνταν στο ύπαιθρο, όπου άφηναν το ποίμνιο να βοσκήσει στις απότομες, καταπράσινες πλαγιές και ξενυχτούσαν προσέχοντας τα εκτεθειμένα μαντριά. Πότε πότε, ο ποιμένας ίσως διανυκτέρευε με το ποίμνιό του μέσα σε κάποια σπηλιά, όπου ήταν προστατευμένοι από τα τσακάλια και τις ύαινες. Αν το ουρλιαχτό μιας ύαινας τρόμαζε τα πρόβατα μέσα στο σκοτάδι, τα καθησύχαζε με τη γαλήνια και απαλή φωνή του.

Κάθε βράδυ, ο ποιμένας μετρούσε τα πρόβατα και έλεγχε αν ήταν υγιή. Το πρωί φώναζε το ποίμνιο και εκείνο τον ακολουθούσε στο βοσκοτόπι. (Ιωάννης 10:3, 4) Το μεσημέρι, οδηγούσε τα ζώα για πότισμα σε δεξαμενές με δροσερό νερό. Όταν αυτές στέρευαν, τα κατηύθυνε σε κάποιο πηγάδι και τους έβγαζε νερό.

Καθώς τελείωνε η εποχή της ξηρασίας, ο ποιμένας ίσως μετακινούσε το ποίμνιό του σε παράκτιες πεδιάδες και κοιλάδες. Όταν άρχιζε η κρύα εποχή των βροχών, τα οδηγούσε πίσω στο χειμαδιό. Ειδάλλως, έξω μπορεί να πέθαιναν από τη δυνατή βροχή, το χαλάζι και το χιόνι. Από το Νοέμβριο μέχρι την άνοιξη, οι ποιμένες δεν έβοσκαν τα ποίμνιά τους στο ύπαιθρο.

Ο Εξοπλισμός του Ποιμένα

Τα ρούχα του ποιμένα ήταν απλά αλλά βαριά. Για να προστατεύεται από τη βροχή και τον παγωμένο νυχτερινό αέρα, μπορεί να φορούσε μια κάπα από δέρμα προβάτου με τη μάλλινη πλευρά προς τα μέσα. Κατάσαρκα φορούσε έναν χιτώνα. Σανδάλια προστάτευαν τα πόδια του από αιχμηρούς βράχους και αγκάθια, ενώ στο κεφάλι του τύλιγε ένα μάλλινο ύφασμα.

Ο εξοπλισμός του ποιμένα συνήθως περιλάμβανε τα ακόλουθα: Ταγάρι, ή δερμάτινη τσάντα, όπου έβαζε τρόφιμα, όπως ψωμί, ελιές, αποξηραμένα φρούτα και τυρί. Ρόπαλο που χρησίμευε ως φοβερό όπλο, μήκους συνήθως ενός μέτρου, με κομμάτια αιχμηρού σχιστόλιθου προσαρμοσμένα στο σφαιρικό του άκρο. Μαχαίρι. Γκλίτσα στην οποία στηριζόταν καθώς περπατούσε ή σκαρφάλωνε. Ατομικό παγούρι. Αναδιπλούμενο δερμάτινο δοχείο για να βγάζει νερό από βαθιά πηγάδια. Σφεντόνα με την οποία πετούσε πέτρες είτε κοντά στα πρόβατα και στα κατσίκια που ξεστράτιζαν, ώστε να τρομάξουν και να γυρίσουν στο ποίμνιο, είτε για να διώξει θηρία που παραμόνευαν. Φλογέρα από καλάμι την οποία έπαιζε για να ψυχαγωγηθεί ο ίδιος ή για να ηρεμήσει το ποίμνιο.

Ως ανταπόδοση για τη φροντίδα του, τα ζώα εξασφάλιζαν στον ποιμένα τα προς το ζην​—προϊόντα όπως γάλα και κρέας για το τραπέζι του. Η προβιά και τα δέρματα χρησιμοποιούνταν για συναλλαγές, ρουχισμό καθώς και για δοχεία. Κλώθοντας τρίχες κατσικιού έφτιαχναν υφάσματα, ενώ τόσο τα πρόβατα όσο και τα κατσίκια χρησιμοποιούνταν για θυσίες.

Παράδειγμα προς Μίμηση

Οι καλοί ποιμένες ήταν επιμελείς, αξιόπιστοι και γενναίοι. Διακινδύνευαν ακόμη και τη ζωή τους για να προστατέψουν το ποίμνιο.​—1 Σαμουήλ 17:34-36.

Δεν απορούμε, λοιπόν, που ο Ιησούς και οι μαθητές του χρησιμοποίησαν τον ποιμένα ως παράδειγμα για τους Χριστιανούς επισκόπους. (Ιωάννης 21:15-17· Πράξεις 20:28) Όπως ο καλός ποιμένας στους Βιβλικούς χρόνους, οι επίσκοποι στην εκκλησία σήμερα αγωνίζονται να “ποιμάνουν το ποίμνιο του Θεού που είναι στη φροντίδα τους, όχι αναγκαστικά, αλλά με τη θέλησή τους· ούτε από αγάπη για ανέντιμο κέρδος, αλλά πρόθυμα”.​—1 Πέτρου 5:2.