Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μετάβαση στον πίνακα περιεχομένων

Κοραλλιογενής Ύφαλος στα Σύννεφα

Κοραλλιογενής Ύφαλος στα Σύννεφα

Ένα Γράμμα από την Παπούα-Νέα Γουινέα

Κοραλλιογενής Ύφαλος στα Σύννεφα

ΕΙΝΑΙ Τρίτη, πέντε το πρωί, και η ζέστη είναι αποπνικτική στο Λάε της Παπούας-Νέας Γουινέας. Με τη γυναίκα μου, ετοιμαζόμαστε να φύγουμε για το Λενγκμπάτι, ψηλά στο όρος Ρόλινσον της επαρχίας Μορόμπε, προκειμένου να επισκεφτούμε έναν τοπικό όμιλο Μαρτύρων του Ιεχωβά.

Η πτήση μας με το τετραθέσιο μονοκινητήριο αεροπλάνο κρατάει μόλις 30 λεπτά. Σε αυτές τις πτήσεις κάθομαι συνήθως δίπλα στον πιλότο. Το μουγκρητό του κινητήρα μάς αναγκάζει να φοράμε ακουστικά και να μιλάμε με σύστημα ενδοσυνεννόησης. Ο πιλότος μού δείχνει διάφορους μετρητές και όργανα στο ταμπλό μπροστά μας, μου εξηγεί τη χρησιμότητά τους και, αστειευόμενος, μου λέει ότι, αν εκείνος πάθει κάτι, θα πρέπει να αναλάβω εγώ τον έλεγχο του αεροπλάνου. Αμέσως μου έρχεται στο νου η ιστορία ενός άλλου περιοδεύοντα διακόνου των Μαρτύρων του Ιεχωβά εδώ στην Παπούα-Νέα Γουινέα. Όταν ο κυβερνήτης λιποθύμησε ενώ πετούσαν, το αεροπλάνο άρχισε να διαγράφει κύκλους στον αέρα με τον αυτόματο πιλότο, ωσότου ο κυβερνήτης συνήλθε και κατάφερε να το προσγειώσει. Ευτυχώς, η δική μας πτήση εξελίσσεται ομαλά και χωρίς απρόοπτα.

Τώρα πετάμε παράλληλα με την οροσειρά. Ξαφνικά, αλλάζουμε πορεία περνώντας μέσα από ένα άνοιγμα ανάμεσα στα σύννεφα, και βρισκόμαστε να πετάμε ξυστά, μόλις 100 περίπου μέτρα, πάνω από μια βουνοκορφή. Μπροστά μας ξεπροβάλλει το χωριό Λενγκμπάτι​—σπίτια με παχιές αχυροσκεπές χτισμένα το ένα δίπλα στο άλλο από υλικά του δάσους. Ο πιλότος επιθεωρεί τον υποτυπώδη διάδρομο προσγείωσης, καθώς πετάμε από πάνω του, για να ελέγξει οπτικά την κατάστασή του και να βεβαιωθεί ότι τα παιδιά του χωριού δεν παίζουν τώρα ποδόσφαιρο εκεί. Εξετάζει επίσης μήπως τα γουρούνια έχουν σκάψει λάκκους στο διάδρομο από την τελευταία φορά που βρισκόταν εδώ. Καθώς ξαναγυρίζει προς την κοιλάδα, λέει: «Εντάξει φαίνεται. Επιχειρώ προσγείωση». Κάνουμε τον κύκλο και χαμηλώνουμε για να προσγειωθούμε σε αυτόν το μικρό διάδρομο που έχουν ανοίξει οι ντόπιοι χωρικοί στη βουνοπλαγιά. Πρόσφατα τον έστρωσαν ξανά με θρυμματισμένο κοραλλιογενή ασβεστόλιθο τον οποίο είχαν εξορύξει από κάποιο κοντινό βουνό.

Όπως και σε προηγούμενα ταξίδια μας εδώ, κοιτάζω την κομμένη πλαγιά από κοραλλιογενή ασβεστόλιθο και αναρωτιέμαι ποια είναι τελικά η ηλικία αυτής της οροσειράς. Φανταστείτε πόσο ισχυρές πρέπει να ήταν οι δυνάμεις που έκαναν αυτόν τον πρώην κοραλλιογενή ύφαλο, μήκους εκατοντάδων χιλιομέτρων, να αναδυθεί από τη θάλασσα, με αποτέλεσμα να υψώνεται τώρα τέσσερις χιλιάδες μέτρα πάνω από την επιφάνειά της! Κατεβαίνοντας από το αεροπλάνο, στεκόμαστε πάνω σε αυτό που εγώ αποκαλώ κοραλλιογενή ύφαλο στα σύννεφα.

Όπως πάντα, οι χωρικοί έρχονται τρέχοντας από κάθε κατεύθυνση όταν ακούν τον ήχο του αεροπλάνου που πλησιάζει για να προσγειωθεί. Καθώς ο πιλότος σβήνει τον κινητήρα, βλέπω κάποιον από το πλήθος να έρχεται προς το μέρος μας. Είναι ο Ζουνγκ, ένα από τα άτομα στα οποία έχει ανατεθεί τοπικά να φροντίζουν για το εβδομαδιαίο πρόγραμμα διδασκαλίας που διεξάγουν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά σε όλο τον κόσμο. Οι συγχωριανοί του τον ξέρουν ως άνθρωπο που ζει καθαρή ζωή, ως έντιμο και αξιόπιστο. Ο ίδιος παραδέχεται ότι έμαθε να είναι έτσι εφαρμόζοντας στη ζωή του τις Γραφικές αρχές. Μετά τους χαιρετισμούς και τις χειραψίες, κατηφορίζουμε για λίγο το βουνό μαζί με εκείνον και άλλους Μάρτυρες. Τα παιδιά μάς ακολουθούν κατά πόδας, μαλώνοντας για το ποιο θα κουβαλήσει τα σακίδιά μας.

Φτάνουμε σε ένα ξύλινο σπιτάκι που έχουν χτίσει οι ντόπιοι Μάρτυρες για τον περιοδεύοντα διάκονο ο οποίος τους επισκέπτεται περίπου κάθε έξι μήνες. Μολονότι η Παπούα-Νέα Γουινέα είναι τροπική χώρα, εδώ πάνω κάνει κρύο λόγω του υψόμετρου. Πολλές φορές, τη νύχτα, όταν ανάβουμε τη λάμπα πετρελαίου, βλέπω τα σύννεφα​—που το απόγευμα υψώνονται νωχελικά από την κοιλάδα πιο κάτω και ανεβαίνουν προς το βουνό—​να τρυπώνουν στο σπίτι από τις χαραμάδες ανάμεσα στις σανίδες του πατώματος. Μας φαίνεται λίγο περίεργο που πρέπει να φορέσουμε χοντρά μπουφάν και τζιν παντελόνια για να ζεσταθούμε, ενώ πριν από λίγες μόλις ώρες ιδροκοπούσαμε από την τροπική ζέστη στα παράλια.

Στα μέσα της δεκαετίας του 1980, ένας ντόπιος έκανε Γραφική μελέτη με Μάρτυρες του Ιεχωβά στο Λάε. Όταν επέστρεψε εδώ, στο χωριό του, έχτισε μαζί με μερικούς άλλους έναν μικρό χώρο συναθροίσεων, για τον οποίο καμάρωναν πολύ. Τότε ο πάστορας της τοπικής Λουθηρανικής εκκλησίας και οι οπαδοί του έκαψαν εντελώς το χώρο των συναθροίσεων. Οι εμπρηστές δήλωσαν περήφανα ότι η περιοχή ανήκει αποκλειστικά στους Λουθηρανούς. Έκτοτε, και παρά τη συνεχιζόμενη εναντίωση, οι Μάρτυρες έχτισαν άλλον χώρο συναθροίσεων, και ο αριθμός τους έχει αυξηθεί σταθερά, φτάνοντας σήμερα τους 50 περίπου δραστήριους διαγγελείς των καλών νέων. Μερικοί από εκείνους που στο παρελθόν εναντιώνονταν στο έργο των Μαρτύρων συμμετέχουν τώρα και οι ίδιοι με ζήλο σε αυτό.

Τώρα, οι κάτοικοι συνήθως δέχονται ευχαρίστως τους Μάρτυρες του Ιεχωβά, οι οποίοι τους διδάσκουν από τη Γραφή. Παρότι λίγοι στο χωριό γνωρίζουν ανάγνωση, οι περισσότεροι ντόπιοι Μάρτυρες έχουν μάθει να διαβάζουν προκειμένου να μεταδίδουν στους άλλους το άγγελμα της Γραφής. Στις συναθροίσεις που γίνονται στην Αίθουσα Βασιλείας τους κάθε εβδομάδα παρευρίσκονται μέχρι και 200 άτομα.

Δεν υπάρχει ηλεκτρικό ρεύμα. Τα βράδια, μαζευόμαστε όλοι γύρω από τη φωτιά στο υπαίθριο μαγειρείο. Τρώμε όλοι μαζί, μιλάμε και γελάμε. Η χαρά της υπηρεσίας του Ιεχωβά είναι αποτυπωμένη στα πρόσωπα των φίλων μας, που φωτίζονται από τις απαλές αντανακλάσεις της φωτιάς. Μετά, καθώς η ώρα περνάει, μερικοί βγάζουν από τη φωτιά ένα μπόμπομ, δηλαδή ένα κομμάτι φλεγόμενου φοινικόφυλλου, ελπίζοντας ότι δεν θα σβήσει μέχρι να γυρίσουν στα σπίτια τους μέσα από τα μονοπάτια του δάσους.

Καθώς επιστρέφουμε στο σπίτι περπατώντας, συνειδητοποιούμε πόση ησυχία επικρατεί εδώ. Από παντού μας αγκαλιάζουν οι ήχοι της φύσης. Προτού πέσουμε για ύπνο, κοιτάζουμε για τελευταία φορά τον ξάστερο νυχτερινό ουρανό και μας κάνει εντύπωση το πόσα άστρα μπορεί να δει κανείς σε αυτό το υψόμετρο.

Η εβδομάδα περνάει γρήγορα. Αύριο κιόλας θα έρθει πίσω το αεροπλάνο. Άλλη μια δροσερή νύχτα στα σύννεφα του Λενγκμπάτι, και έπειτα μας περιμένει πάλι η ζέστη και η υγρασία στα παράλια.